ΟΙ ΟΞΩΠΟΡΤΕΣ...II
Μελετημένες πέτρες πελεκημένες με τέχνη και ιδιαίτερο χτίσιμο
παράστεκαν δεξιά κι αριστερά σχηματίζοντας πέτρινες κολώνες «τα λαμπαδιά» έτοιμα να
δεχτούν την οξώπορτα
αλλά και τα δίδυμα πεζούλια. Ανάμεσά τους δύο ή τρία ζευγάρια σιδερένια,
διχαλωτά διακοσμητικά. Ψηλές επιβλητικές αυστηρές μαζί και καλόγνωμες άλλες
ταμπλαδωτές κι άλλες με πλατιές κατακόρυφες σανίδες, δρύινες, δεμένες με
μεγαλοκέφαλα γυφτοκάρφια στολισμένες με κλάπες σιδερένιες, με περίτεχνα
χερούλια και «τσιόκανο»
σε διάφορες μορφές, αλλά και καλοδουλεμένα «τζβιά» για το άνοιγμα, μολογούσαν το
μεράκι του μάστορα και το κομπόδεμα στο κιμέρι του ταξιδεμένου Ζαγορίσιου.
Κρατιόνταν με χοντρούς «ρεζέδες» (κρίκους) από τα γερά «θυροστόμια» (γρεντές) και έκλειναν απ’ έξω με μεγάλη σιδερένια κλειδωνιά με τεράστιο βαρύ κλειδί, κι από μέσα με δύο σιδεριές ριζωμένες στον τοίχο που φώλιαζαν σ’ ένα χοντρό κρίκο πάνω στην πόρτα κάνοντας αδύνατο το άνοιγμα.
Κρατιόνταν με χοντρούς «ρεζέδες» (κρίκους) από τα γερά «θυροστόμια» (γρεντές) και έκλειναν απ’ έξω με μεγάλη σιδερένια κλειδωνιά με τεράστιο βαρύ κλειδί, κι από μέσα με δύο σιδεριές ριζωμένες στον τοίχο που φώλιαζαν σ’ ένα χοντρό κρίκο πάνω στην πόρτα κάνοντας αδύνατο το άνοιγμα.
Η οξώπορτα
ήταν δίφυλλη πλατιά και ψηλή, μεγαλόπρεπη με πλάτος πάνω από ένα μέτρο το κάθε
φύλλο, κι αυτό για να μπορούν να μπαίνουν τα ζώα φορτωμένα με τον καρπό ή το
άλεσμα της χρονιάς γυρνώντας απ’ το μύλο και να ξεφορτώνουν στο αμπάρι που ήταν
συνήθως στη σάλα. Η μια πόρτα ήταν σταθερά κλειστή με τη σιδεριά από πίσω και
την μεγάλη κλειδωνιά με την κλάπα. Για να μπεις ή πατούσες το σιδερένιο
ζιμπερέκι ή σήκωνες με σιδερένια ή ξύλινη βέργα το ξύλινο μάνταλο στην κορυφή
της. Όταν το σπίτι ήταν κλειστό περνούσε απ’ τις δυο γκριγκέλες ο άλσος με την
κλειδωνιά, κι αν έλειπε για λίγο η νοικοκυρά περνούσε τη σιδερένια βέργα
ανάμεσα στα δυο χερούλια.
Στην κορυφή την πόρτα την στεφάνωνε καλοπλανισμένη σκεπή μεγάλη μέσα κι έξω και την προφύλαγε απ’ του καιρού τ’ ανεμοβρόχια και μπροστά σ’ όλο το μήκος του ανοίγματος, σαν κορνίζα, το πέτρινο κατώφλι, ιδιαίτερη έγνοια της νοικοκυράς –δείγμα της νοικοκυροσύνης της- καθώς το βούρτσιζε με την τρίχινη βούρτσα να λάμπει «γάλα νάχυνες θα το μάζευες».
Στην κορυφή την πόρτα την στεφάνωνε καλοπλανισμένη σκεπή μεγάλη μέσα κι έξω και την προφύλαγε απ’ του καιρού τ’ ανεμοβρόχια και μπροστά σ’ όλο το μήκος του ανοίγματος, σαν κορνίζα, το πέτρινο κατώφλι, ιδιαίτερη έγνοια της νοικοκυράς –δείγμα της νοικοκυροσύνης της- καθώς το βούρτσιζε με την τρίχινη βούρτσα να λάμπει «γάλα νάχυνες θα το μάζευες».
Το κατώφλι όριζε το μέσα και το έξω του σπιτιού. Καθώς το περνούσες
έμπαινες στην καλοπλακιασμένη αυλή, την
«πόρτα» όπως τη λέμε.
Ομορφοφτιαγμένο γκαλντερίμι με άσπρες και μαύρες λεπτές πέτρες οδηγούσε απ’ την οξώπορτα στην σαλόπορτα δηλ. στην πόρτα του κυρίως σπιτιού σαν πέτρινος κεντημένος διάδρομος. Έξω απ’ το κατώφλι κι ανάμεσα στα πεζούλια το σοκάκι μπροστά στην πόρτα κι αυτό με μερακλίτικο γκαλντερίμι φτιαγμένο. Συνήθως πάνω απ’ το πεζούλι ήταν γραμμένη στο λιθανάγλυφο με το σταυρό ή με άλλο αποτρεπτικό του κακού σχήμα η χρονολογία της κτίσης.
Ομορφοφτιαγμένο γκαλντερίμι με άσπρες και μαύρες λεπτές πέτρες οδηγούσε απ’ την οξώπορτα στην σαλόπορτα δηλ. στην πόρτα του κυρίως σπιτιού σαν πέτρινος κεντημένος διάδρομος. Έξω απ’ το κατώφλι κι ανάμεσα στα πεζούλια το σοκάκι μπροστά στην πόρτα κι αυτό με μερακλίτικο γκαλντερίμι φτιαγμένο. Συνήθως πάνω απ’ το πεζούλι ήταν γραμμένη στο λιθανάγλυφο με το σταυρό ή με άλλο αποτρεπτικό του κακού σχήμα η χρονολογία της κτίσης.
1 σχόλιο:
Απόσπασμα από δημοσίευμα της κ. Ελένη Οικονομίδου-Δούβλη
Δημοσίευση σχολίου